Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2013

Εξωτερική Αξιολόγηση στο τμήμα μηχανολόγων την επόμενη εβδομάδα..ΑΡ.ΑΓ.Ε. γίνεται για το καλό μας;;;;

Μετά απο μια σκοτεινή περίοδο για το τμήμα, επιτέλους είδαμε φως στο διάδρομο!  Μπορεί ακόμα η σχολή να μην καθαρίστηκε και να μπάζει κρύο απ τα σπασμένα παράθυρα, αλλά αναμένουμε όλα να λυθούν την επόμενη εβδομάδα (16 εως 18 Δεκεμβρίου)! Ο λόγος; Έρχονται να μας αξιολογήσουν! Τι ακριβώς σημαίνει αυτό; Το τμήμα των Μηχανολόγων θα περάσει από τη διαδικασία της εξωτερικής αξιολόγησης και όσο ωραία κι αν ακούγεται η αξιολόγηση σαν όρος, στην πραγματικότητα είναι απέναντι στα συμφέροντά της πλειοψηφίας των φοιτητών και του πανεπιστημίου. Λαμβάνοντας αυτό και μόνο υπόψη μας, επιλέγουμε να την αρνηθούμε. Πρώτα όμως αξίζει να ανάλυσουμε τα αντικειμενικά” κριτήρια με τα οποία πραγματοποιείται, την “αντικειμενικότητα και το κύρος” των αξιολογητών, το ρόλο που θα επιτελέσει στο ήδη υποβαθμισμένο πανεπιστήμιο (και τμήμα) στον καιρό της κρίσης και τα αποτελέσματα που θα φέρει σε αυτό. Για ποιο λόγο εν τέλει θα πρέπει να αποτελεί κόκκινο πανί για όλους μας!

Πρώτα όμως ας κάνουμε μια αναφορά στο θεσμό της αξιολόγησης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και την προέλευσή του.
Το 1999 οι χώρες της Ε.Ε. και όλες οι κυβερνήσεις που συνυπέγραψαν τη συνθήκη της Bologna για τη δημιουργία του Κοινού Ευρωπαϊκού Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης (Κ.ΕΧ.Α.Ε.) επιδιώκουν την ανάδειξη της Ε.Ε., όπως το είχαν διατυπώσει τότε στην πιο ανταγωνιστική «Κοινωνία και Οικονομία της Γνώσης». Για την επίτευξη αυτού του στόχου κόμβικό ρόλο παίζει η προώθηση μιας σειράς μέτρων στο εκπαιδευτικό σύστημα. Μέτρων τα οποία προωθούνται σε όλες τις χώρες του Κ.Ε.Χ.Α.Ε. και οδηγούν στη διάλυση της δημόσιας και δωρεάν εκπαίδευσης. Κανείς άλλωστε δεν μπορεί να λησμονήσει τις φοβερές δηλώσεις, που συνόδευαν το νόμο-έκτρωμα για τα πανεπιστήμια, της πρώην υπουργού παιδείας (frau Anna) ότι η «παιδεία θα πρέπει να αποτελέσει μοχλό ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία». Συστατικό στοιχείο όλης της παραπάνω πολιτικής στα πανεπιστήμια αποτελεί η διαδικασία της αξιολόγησης.

Σύμφωνα με την Α.ΔΙ.Π:
(Η Α.ΔΙ.Π. (Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση) είναι ανεξάρτητη 15μελής διοικητική αρχή εποπτευόμενη από τον Υπουργό Παιδείας, Διά Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων.)
“Η Έκθεση Εξωτερικής Αξιολόγησης καλείται να αναλύσει σε βάθος τις διαπιστώσεις και τα πορίσματα της Εσωτερικής Αξιολόγησης ως προς:
• τα επιτεύγματα της Ακαδημαϊκής Μονάδας (ή του Ιδρύματος κατά περίπτωση)
• τα σημεία που χρήζουν βελτίωσης ή διορθωτικών ενεργειών
• την αποτελεσματικότητα των ενεργειών στις οποίες έχει ήδη προβεί η Μονάδα, προκειμένου να διασφαλίσει και να βελτιώσει την ποιότητα του επιτελούμενου έργου της, και
• γενικότερα, τη συνέπεια της Μονάδας ως προς την αποστολή και τους στόχους της.” 
“...η Επιτροπή Εξωτερικών Εμπειρογνωμόνων συντάσσει την Έκθεση Εξωτερικής Αξιολόγησης...”
“Σύμφωνα με το νόμο, «Η Επιτροπή Εξωτερικών Εμπειρογνωμόνων αποτελείται από πέντε μέλη, τα οποία προέρχονται από το Μητρώο Ανεξάρτητων Εμπειρογνωμόνων που τηρεί η Α.ΔΙ.Π.”.

Για μας όμως τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά:1)   Όσον αφορά τα κριτήρια με τα οποία προκύπτει η Έκθεση Εξωτερικής Αξιολόγησηςτα αμφισβητουμε! Ακριβώς επειδή η αξιολόγηση είναι προϊόν μιας ολόκληρης στρεβλής λειτουργίας του πανεπιστημίου και τα ίδια τα κριτήριά της γύρω από τα ζητήματα των επιτευγμάτων, των διορθωτικών ενεργειών, της αποστολής, των στόχων της Ακαδημαϊκής Μονάδας κλπ. είναι στρεβλά. Πρέπει όμως να προσέχουμε πίσω από τις καλά διατυπωμένες εκφράσεις! Όταν γίνεται λόγος για “αποτελεσματικότητα και βελτίωση του επιτελούμενου έργου” δεν προβλέπεται αξιολόγηση με γνώμονα τη βελτίωση σε κάποια από τις λειτουργίες του τμήματος, αλλά με γνώμονα την αποτελεσματικότερη διαχείριση της υπάρχουσας κατάστασης, ακόμη και αν αυτή κρίνεται ανεπαρκής.( Πώς θα μπορούσε άλλωστε να περιμένει κανείς βελτίωση, αν αναλογιστεί  τις προσπάθειες που χρόνια τώρα κάνουν οι κυβερνήσεις για απεμπλακή του κράτους απο τη χρηματοδότηση του πανεπιστημίου! Για παράδειγμα, δεν είναι τυχαίο ότι δεν προβλέπεται αξιολόγηση της επάρκειας υλικοτεχνικής υποδομής, αλλά αξιολόγηση της αποτελεσματικής χρήσης της υπάρχουσας. Η αναποτελεσματική χρήση όμως πολλές φορές έχει ως αιτία μια ήδη ανεπαρκή υλικοτεχνική υποδομή, π.χ. οι ελλείψεις σε Η/Υ και αίθουσες σε συνδυασμό με την έλλειψη προσωπικού έχουν ως αποτέλεσμα το συνωστισμό φοιτητών (και τον αποκλεισμό κάποιων άλλων) στο εργαστήριο της Πληροφορικής και του Σχεδίου ΙΙ. Αν θέλουν λοιπόν να αξιολογήσουν υλικοτεχνικές υποδομές, να αξιολογήσουν την ίδια την κρατική πολιτική για την παιδεία. Τα αποτελέσματα βέβαια μιας τέτοιας αξιολογήσης τα θεωρούμε εκ των προτέρων...γνωστά!
Ξεκαθαρίζουμε όμως, ότι για μας κριτήριο για τη λειτουργία του πανεπιστημίου και του τμήματος είναι οι φοιτητικές ανάγκες, η εξασφάλιση ποιοτικών όρων σπουδών για όλους τους φοιτητές, η ύπαρξη του αναγκαίου εργασιακού προσωπικού για την κάλυψη των αναγκών της λειτουργίας του τμήματος και του πανεπιστημίου και βέβαια ο δημόσιος και δώρεαν χαρακτήρας του τελευταίου και ο ρόλος του στο πλευρό των κοινωνικών αναγκών.
 2)   Όσον αφορά την “ανεξαρτησία” και την “ουδέτερη ματιά” των Εξωτερικών Εμπειρογνωμόνων  τις διαψεύδουμε! Καταρχάς, οι αξιολογητές παίρνουν ένα τυποποιημένο μοντέλο ερωτήσεων απο την Α.ΔΙ.Π. Έτσι, αυτομάτως  περιορίζεται το εύρος των απαντήσεων που παίρνουν σε αυτά που θέλουν να καταγράψουν. Όπως ακριβώς περιγράφει και η ίδια η Α.ΔΙ.Π οι αξιολογητές προκύπτουν απο αυτήν, κι εκείνη με τη σειρά της λογοδοτεί στον εκάστοτε υπουργό(σήμερα Αρβανιτόπουλος). Δεν χρήζει πολλής ανάλυσης ο ρόλος του Αρβανιτόπουλου σε σχέση με την ευθυγράμμιση της ελληνικής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με τις επιταγές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επομένως, είναι λίγο άδικο και άστοχο να μιλάμε για “ανεξάρτητες” αρχές.

Ας δούμε τώρα το ρόλο που έρχεται να παίξει η αξιολόγηση σε σχέση με τα πτυχία μας..
Πρώτα απ’ όλα αξίζει να σημειωθεί ότι στον τίτλο του νόμου που εισάγει στην ελληνική νομοθεσία τη λογική της αξιολόγησης (ν. 3374/2005), πέρα από την αξιολόγηση εμφανίζονται δύο ακόμα στοιχεία. Το σύστημα συσσώρευσης πιστωτικών μονάδων (ECTS) και το Παράρτημα Διπλώματος. Είναι λοιπόν ξεκάθαρο από τον ίδιο τον τίτλο του νόμου ότι κριτήριο της αξιολόγησης είναι η προσαρμογή των προγραμμάτων σπουδών στη Bologna (bachelor, master, κινητικότητα, ECTS) και στον Κ.Ε.Χ.Α.Ε. Με το νόμο για την αξιολόγηση συγκροτείται η Αρχή Διασφάλισης Ποιότητας (Α.ΔΙ.Π) που στην πράξη το μόνο που έκανε μέχρι τώρα ήταν να εκφέρει γνώμη για το πρόγραμμα σπουδών, χωρίς αυτό να έχει επιπτώσεις για το τμήμα που το υιοθετεί. Αυτό συνέβη, επειδή στην πράξη δε συνδέθηκε η αξιολόγηση με τη χρηματοδότηση των ιδρυμάτων λόγω της πίεσης του κινήματος. Παρόλα αυτά, για τις κυβερνήσεις τα πράγματα έγιναν πιο εύκολα, ιδιαίτερα με το ξέσπασμα της καπιταλιστικής κρίσης και το καθεστώς που έχει επιβληθεί από κεφάλαιο-ΕΕ-ΔΝΤ, αφού χρησιμοποιήθηκε η κατάσταση της οικονομίας ως επιχείρημα για να πετσοκοπούν τα κονδύλια για την παιδεία. Πλέον με το νόμους Διαμαντοπούλου- Αρβανιτόπουλου, η Α.ΔΙ.Π. πέρα από το να αξιολογεί, έχει και τον αποφασιστικό λόγο, μαζί με τα Συμβούλια Ιδρυμάτων, για την έγκριση του προγράμματος σπουδών. Ταυτόχρονα, η οικονομική ασφυξία των τμημάτων, τα αναγκάζει να υποταχθούν στις προσταγές της Α.ΔΙ.Π. προκειμένου να εξασφαλίσουν κάποιους επιπλέον κρατικούς ή ιδιωτικούς  πόρους, ενώ όσοι κρίνονται με βάση τα κριτήρια της Α.ΔΙ.Π «ανάξιοι», θα υποστούν κυρώσεις (π.χ. μείωση χρηματοδότησης, κλεισίματα τμημάτων). Με αυτόν τον τρόπο μεταφέρεται η ευθύνη για τη συγκρότηση των προγράμματων σπουδών από τις γενικές συνελεύσεις των τμημάτων και των φοιτητών σε εξωτερικά όργανα ( Α.ΔΙ.Π., διαφόρων τύπων ''εξωτερικοί φίλοι'' του πανεπιστημίου κλπ) με σκοπό τη γρηγορότερη και αποτελεσματικότερη προσαρμογή στα πρότυπα της Bologna. Ειδικά με την ψήφιση και την προσπάθεια εφαρμογής των  νόμων για την ανώτατη εκπαίδευση αυτό πλέον γίνεται καταφανές!  Συγκεκριμένα, στο νόμο Διαμαντοπούλου, πέρα απ’ το ότι διατυπώνεται ρητά ότι στην Ελλάδα οι σπουδές θα πρέπει να διαρθρώνονται σε τρεις κύκλους σπουδών (προπτυχιακό, μεταπτυχιακό και διδακτορικό κύκλο) για κάθε έναν από αυτούς ορίζεται και συγκεκριμένος αριθμός ECTS.
Έχει πλάκα όμως που η προσαρμογή στη Bologna, όπως και το σύνθημα της αστικής τάξης «να γίνουμε επιτέλους Ε.Ε.υρώπη», ολοένα και χάνει από τη λάμψη της. Πώς άλλιως θα μπορούσε να γίνει, όταν οι κυβερνώντες επιμένουν σε μια πολιτική που σε χώρες που αντιμετωπίζουν πολύ λιγότερη ανεργία από την Ελλάδα, η Bologna αμφισβητείται από πτυχιούχους είτε επιπέδου bachelor, είτε επιπέδου master. Θα λεγε κανείς ότι η προσαρμογή στη Bologna έχει γίνει έμμονη ιδέα για τις κατά καιρούς κυβερνήσεις, ύστερα από τις τόσες σφαλιάρες που έχουν υποστεί από το φοιτητικό κίνημα στο συγκεκριμένο θέμα.

Η εφαρμογή της Bologna και η διαμόρφωση πτυχιούχων επιπέδου bachelor έχει σαν αποτέλεσμα είτε την εποπτεία από αυτούς μέρους του γνωστικού αντικειμένου, είτε την απόκτηση γενικών γνώσεων πάνω στο αντικείμενο εργασίας. Αντίθετα, οι απόφοιτοι επιπέδου master τις περισσότερες φορές εξειδικεύονται σε ένα μέρος του αντικειμένου που αφορά πρόσκαιρες ανάγκες της αγοράς με αποτέλεσμα η επανακατάρτιση και η επικαιροποίηση γνώσεων να αποτελεί μονόδρομο προκειμένου να ξαναενταχθούν στην παραγωγή. Μάλιστα, ο κατακερματισμός των αποφοίτων του ίδιου γνωστικού αντικειμένου σε διαφορετικά επίπεδα, έχει σαν αποτέλεσμα την όξυνση του ανταγωνισμού μεταξύ των εργαζομένων και  βέβαια πάει χέρι χέρι με τη διάλυση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας,των εργασιακών δικαιωμάτων και των μισθών. Τέλος, κριτήριο για τη κατάρτιση του προγράμματος σπουδών αποτελεί ένα ποσοτικό μέγεθος που άλλοτε απαντάται ως φόρτος εργασίας και άλλοτε ως ECTS. Εδώ έχουμε να κάνουμε με την εμμονή των τεχνοκρατών που θέλουν να ποσοτικοποιήσουν και να μετρήσουν στοιχεία που συνιστούν με εξόφθαλμο τρόπο ποιότητες και συνεπώς δεν επιδέχονται τέτοιας αντιμετώπισης. Αυτό όμως δημιουργεί τη δυνατότητα κατάρτισης προγραμμάτων σπουδών χωρίς καμία εσωτερική λογική και συνάφεια μεταξύ των μαθημάτων, πράγμα το οποίο διευκολύνει την εισχώρηση των κριτηρίων της αγοράς προκειμένου αυτά να παίξουν το ρόλο της συγκολλητικής ούσιας μεταξύ των μαθημάτων και άρα να δώσουν το στίγμα στα προγράμματα σπουδών. Το ουσιαστικό όμως είναι ότι με αυτή την πολιτική επιδιώκουν απ τη μια να προσαρμόσουν την εκπαίδευση στο τοπίο που διαμορφώνεται στην αγορά εργασίας (πράγμα που οι «ευρωπαίοι εταίροι» μας έχουν προλάβει ήδη να κάνουν χωρίς αποτέλεσμα) και απ την άλλη να κάνουν ακόμη πιο εγκάρδιες τις σχέσεις μεταξύ πανεπιστημίου και επιχειρήσεων. Αυτό που τελικά βρίσκεται στις επιδιώξεις τους είναι ένα νέο πανεπιστήμιο, ένα πανεπιστήμιο της αγοράς και του ανταγωνισμού, ένα πανεπιστήμιο που θα δημιουργεί εξειδικευμένους, ευέλικτους και πειθήνιους νέους εργαζόμενους ή ακόμη χειρότερα άνεργους ή μετανάστες. Επομένως για εμάς διόλου δε μπορεί να εγγυηθεί ούτε καλύτερες σπουδές ούτε ένα καλύτερο αύριο η αξιολόγηση των προγραμμάτων σπουδών κι η Bologna.
Στο τμήμα των Μηχανολόγων αυτό μεταφράζεται σε αλλάγη  του προγράμματος σπουδών τον Απρίλιο, που με βάση όλο το παραπάνω σκεπτικό γίνεται ξεκάθαρη η σύνδεση Bologna-Αξιολόγηση-Αλλαγή στο Πρόγραμμα Σπουδών-Διάλυση πτυχίων και επαγγελματικών δικαιωμάτων,περαιτέρω εξειδίκευση κλπ.

Πέρα όμως κι από αυτό αξίζει να δούμε πως επηρεάζεται ευρύτερα το πανεπιστήμιο βάσει των κοινωνικών και πολιτικών εξελίξεων και τι ρόλο μπορεί να παίξει η αξιολόγηση. Βασική εφαρμοζόμενη πολιτική των κυβερνήσεων τα τελευταία χρόνια είναι η διαρκής μείωση της χρηματοδότησης στα ΑΕΙ(κάτι που βιώνουμε καθημερινά). Αυτό σε συνδυασμό με τις 1349 διαθεσιμότητες-απολύσεις (169 στο ΑΠΘ ) και τον νέο κύκλο διαθεσιμοτήτων του 2014 που θα περιλαμβάνει λέκτορες-διδακτικό προσωπικό κλπ. φτάνει στα όρια της επιβίωσης τμήματα,σχολές και ιδρύματα. Στο τμήμα μας η μοναδική βιβλιοθηκονόμος απολύθηκε, ακόμα και το ΑΠΘ δεν έχει πλέον υπάλληλο να διαχειριστεί τη θέρμανση. Δημιουργείται δηλαδή μια ακραία υποβάθμιση του πανεπιστημιού που φτάνει σε συνθήκες διάλυσης. Ακριβώς εκεί θα έρθει η διαδικασία της αξιολόγησης των τμημάτων που μπρόστα σε αυτόν τον κίνδυνο με τη δικαιολογία “λεφτά ΔΕΝ υπάρχουν” θα στρέψει τα τμήματα σε μια κατάσταση οικονομικής αυτοτέλειας. Αυτό σημαίνει
ότι τα τμήματα/σχολές/ιδρύματα είτε θα πρέπει να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες διάλυσης(βλέπε Πανεπιστήμιο Αιγαίου που κινδυνεύει να χαθεί το εξάμηνο γιατί δεν υπάρχει διδακτικό προσωπικό) είτε θα κλείσουν είτε θα αναγκαστούν να εξοικονομήσουν/αναζητήσουν οικονομικούς πόρους. Αλλά  ενόψει και της ψήφισης του Εσωτερικού κανονισμού του ΑΠΘ σε λίγες μέρες (Δεκέμβρης '13-Γενάρης '14) σημαίνει είτε επιβολή διδάκτρων στους προπτυχιακούς φοιτητές, όπως όρισε ο ΟΟΣΑ(Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης) στην κυβέρνηση Σαμαρά πριν λίγες ημέρες, είτε διαγραφές φοιτητών που ξεπερνούν τα ν+2 έτη σπουδών. Φυσικά η κατεύθυνση για “αυτοχρηματοδότηση” θα οδηγήσει ένα μεγάλο κομμάτι της έρευνας( ειδικά σε τμήματα σαν τα δικά μας) να αποκτήσει  άμεση επαφή με επιχειρηματικούς κύκλους.
+
Προφανώς ισχύει και για όλα τα παραπάνω: για μας τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά.
Επιλέγουμε να συγκρουστούμε με αυτήν την πραγματικότητα, με την πολιτική της κυβέρνησης,της Ευρωπαϊκής Ένωσης ,του ΔΝΤ και του κεφαλαίου που διαλύει τις ζωές μας,τις σπουδές μας, που βάζει σε δεύτερη μοίρα το παρόν και το μέλλον μας. Επιλέγουμε να συγκρουστούμε με την άθλια εκπαιδευτική πολιτική και το Υπουργείο Παιδείας που διαλύει το δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα του πανεπιστημίου.

ΣΤΗΡΙΖΟΥΜΕ ΟΛΟΙ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΦΟΙΤΗΤΩΝ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΩΝ-ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΩΝ ΓΙΑ ΜΠΛΟΚΑΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΙΣ ΗΜΕΡΕΣ 16-18/12