Μια κριτική στον χαώδη κόσμο των
«φοιτητικών» ομάδων (BEST, IEEE, art κλπ) και μια προσπάθεια να θέσουμε το ζήτημα της
γνώσης και της έρευνας στο πανεπιστήμιο από τη σκοπιά των φοιτητικών αναγκών
Με αυτό το κείμενο επιχειρούμε μια κριτική στις «επιστημονικές ομάδες»,
«φοιτητικές ομάδες» ή για μας «επιχειρηματικές ομάδες» χωρίς καμία διάθεση ούτε τσουβαλιάσματος αυτών των ομάδων (καθώς
δεν είναι το ίδιο και δε δρουν ενιαία) ούτε προφανώς και επίθεσης στους
φοιτητές που συμμετέχουν σε αυτές. Εξ’ άλλου, η ύπαρξη αυτών των ομάδων είναι
σημείο των καιρών. Σε ένα πανεπιστήμιο που ο δημόσιος και δωρεάν χαρακτήρας του
αμφισβητείται ολοένα και περισσότερο και η επιχειρηματική του πτυχή
αναβαθμίζεται ολοένα και περισσότερο είναι λογικό να υποβαθμίζεται το ίδιο το
πανεπιστήμιο και να βρίσκει μεγαλύτερο έδαφος ο «εξωτερικός παράγοντας».
«Εξωτερικός παράγοντας» μπορεί να είναι
είτε μια εταιρεία που έρχεται να κερδοσκοπήσει στο κομμάτι της έρευνας είτε μια
εργολαβία που εκμεταλλεύεται το κομμάτι της μέριμνας είτε μια επιχειρηματική
ομάδα η οποία βασιζόμενη στη δεδομένη ανάγκη μας για περισσότερη ενασχόληση με
το αντικείμενο μας (σε σχέση με τα ελάχιστα που προσφέρει η σχολή) ενισχύει την
ύπαρξη της σχολή και το τι αυτή επιφέρει.
Είναι τελικά «αθώες» ή τέλος
πάντων προσφέρουν ή όχι αυτές οι ομάδες;
Αρχικά πρέπει να εξετάσουμε το τι εξυπηρετούν και αυτό έχει διττή φύση: μια αντικειμενική και μια υποκειμενική. Η αντικειμενική σχετίζεται με το γεγονός ότι το πανεπιστήμιο έχει τεράστιες ελλείψεις. Ελλείψεις σε διδακτικό προσωπικό, ελλείψεις σε εξοπλισμό, ελλείψεις σε πραγματικές δυνατότητες ενασχόλησης με την επιστήμη και το αντικείμενο μας έξω από τα εξοντωτικά ωράρια των διαλέξεων και των εξετάσεων [1]. Επομένως, η ανάγκη μας για μεγαλύτερη ενασχόληση με το τεράστιο φάσμα επιστημονικών δυνατοτήτων που μας δίνει το αντικείμενο μας και δεν μπορεί να καλυφθεί από τη σχολή έρχεται να καλυφθεί από μια τέτοιου τύπου ομάδα. Και εδώ έρχεται ο υποκειμενικός παράγοντας. Γιατί να υπάρχει μια τέτοια ομάδα και γιατί πολλές φορές έχει πανευρωπαική εμβέλεια (βλ. BEST); Και καλά να υπάρχει, αλλά γιατί να σέρνει μαζί της άπειρους χορηγούς-παγκόσμιους κολοσσούς; Ο υποκειμενικός λοιπόν ρόλος είναι ότι η ύπαρξη αυτών των ομάδων είναι απότοκος της ίδιας της μετάλλαξης του πανεπιστημίου. Η ριζική αλλαγή του χαρακτήρα του από «δημόσιο και δωρεάν» σε «επιχειρηματικό» έρχεται να αλλάξει και τον τρόπο που εμείς ως φοιτητές υπάρχουμε μέσα σε αυτό. Πλέον η άμεση σύνδεση του πανεπιστημίου με τις εταιρείες και τον επιχειρηματικό κόσμο, δημιουργεί άλλες απαιτήσεις στο γνωστικό/ερευνητικό κομμάτι, όπως και στο κομμάτι του «τι εργαζόμενους παράγει». Στο γνωστικό ερευνητικό, το πανεπιστήμιο παρέχει τον εξοπλισμό και τον καταρτισμένο επιστημονικό δυναμικό του και η εταιρεία παρέχει το αναγκαίο «κεφάλαιο». Ποιοτικό στοιχείο αυτού του «πάρε δώσε» είναι η αλλαγή της κατεύθυνσης του ερευνητικού κομματιού, αφού αυτό προσαρμόζεται στις ανάγκες της εταιρείας για άμεσο κέρδος και ο ρόλος της γνώσης και του επιστημονικού αποτελέσματος υποβαθμίζεται. Οι επιχειρηματικές ομάδες (με κάποιες εξαιρέσεις) δεν έχουν ιδιαίτερη σχέση με αυτό. Εκεί που δραστηριοποιούνται πιο έντονα είναι στο κομμάτι της ενασχόλησης των φοιτητών με το αντικείμενο τους με όρους όμως που προσομοιάζουν πλήρως σε εταιρεία. Δεν είναι λίγα τα παραδείγματα τέτοιων ομάδων που έχουν εσωτερική ιεραρχία (πρόεδρος, manager κλπ), που έχουν ειδικό τμήμα marketing κλπ. Αλήθεια πόση σχέση έχει το αντικείμενο της επιστήμης μας με τη διαχείριση ανθρώπινου δυναμικού; [2] Τελικά θα λέγαμε ότι μόνο αθώες δεν είναι αυτές οι ομάδες. Αντίθετα, αποτελούν βασικό κομμάτι της αλλαγής του χαρακτήρα του πανεπιστημίου και για αυτό μαζικοποιούνται με τέτοιους όρους. Πατάνε πάνω στην ανάγκη-μεράκι μας για γνώση και το μετατρέπουν σε άμεση σύνδεση του πανεπιστημίου με τις εταιρείες.
Αρχικά πρέπει να εξετάσουμε το τι εξυπηρετούν και αυτό έχει διττή φύση: μια αντικειμενική και μια υποκειμενική. Η αντικειμενική σχετίζεται με το γεγονός ότι το πανεπιστήμιο έχει τεράστιες ελλείψεις. Ελλείψεις σε διδακτικό προσωπικό, ελλείψεις σε εξοπλισμό, ελλείψεις σε πραγματικές δυνατότητες ενασχόλησης με την επιστήμη και το αντικείμενο μας έξω από τα εξοντωτικά ωράρια των διαλέξεων και των εξετάσεων [1]. Επομένως, η ανάγκη μας για μεγαλύτερη ενασχόληση με το τεράστιο φάσμα επιστημονικών δυνατοτήτων που μας δίνει το αντικείμενο μας και δεν μπορεί να καλυφθεί από τη σχολή έρχεται να καλυφθεί από μια τέτοιου τύπου ομάδα. Και εδώ έρχεται ο υποκειμενικός παράγοντας. Γιατί να υπάρχει μια τέτοια ομάδα και γιατί πολλές φορές έχει πανευρωπαική εμβέλεια (βλ. BEST); Και καλά να υπάρχει, αλλά γιατί να σέρνει μαζί της άπειρους χορηγούς-παγκόσμιους κολοσσούς; Ο υποκειμενικός λοιπόν ρόλος είναι ότι η ύπαρξη αυτών των ομάδων είναι απότοκος της ίδιας της μετάλλαξης του πανεπιστημίου. Η ριζική αλλαγή του χαρακτήρα του από «δημόσιο και δωρεάν» σε «επιχειρηματικό» έρχεται να αλλάξει και τον τρόπο που εμείς ως φοιτητές υπάρχουμε μέσα σε αυτό. Πλέον η άμεση σύνδεση του πανεπιστημίου με τις εταιρείες και τον επιχειρηματικό κόσμο, δημιουργεί άλλες απαιτήσεις στο γνωστικό/ερευνητικό κομμάτι, όπως και στο κομμάτι του «τι εργαζόμενους παράγει». Στο γνωστικό ερευνητικό, το πανεπιστήμιο παρέχει τον εξοπλισμό και τον καταρτισμένο επιστημονικό δυναμικό του και η εταιρεία παρέχει το αναγκαίο «κεφάλαιο». Ποιοτικό στοιχείο αυτού του «πάρε δώσε» είναι η αλλαγή της κατεύθυνσης του ερευνητικού κομματιού, αφού αυτό προσαρμόζεται στις ανάγκες της εταιρείας για άμεσο κέρδος και ο ρόλος της γνώσης και του επιστημονικού αποτελέσματος υποβαθμίζεται. Οι επιχειρηματικές ομάδες (με κάποιες εξαιρέσεις) δεν έχουν ιδιαίτερη σχέση με αυτό. Εκεί που δραστηριοποιούνται πιο έντονα είναι στο κομμάτι της ενασχόλησης των φοιτητών με το αντικείμενο τους με όρους όμως που προσομοιάζουν πλήρως σε εταιρεία. Δεν είναι λίγα τα παραδείγματα τέτοιων ομάδων που έχουν εσωτερική ιεραρχία (πρόεδρος, manager κλπ), που έχουν ειδικό τμήμα marketing κλπ. Αλήθεια πόση σχέση έχει το αντικείμενο της επιστήμης μας με τη διαχείριση ανθρώπινου δυναμικού; [2] Τελικά θα λέγαμε ότι μόνο αθώες δεν είναι αυτές οι ομάδες. Αντίθετα, αποτελούν βασικό κομμάτι της αλλαγής του χαρακτήρα του πανεπιστημίου και για αυτό μαζικοποιούνται με τέτοιους όρους. Πατάνε πάνω στην ανάγκη-μεράκι μας για γνώση και το μετατρέπουν σε άμεση σύνδεση του πανεπιστημίου με τις εταιρείες.
Επιχειρηματικές ομάδες, σεμινάρια και εκδηλώσεις
Όπως περιγράψαμε παραπάνω, οι ομάδες αυτές είναι πλήρως εναρμονισμένες με τις κατευθύνσεις της ΕΕ και των κυβερνήσεων για πιο άμεση και γρήγορη εμπέδωση των αλλαγών στο πανεπιστήμιο. Πολύ συχνά βλέπουμε τη διοργάνωση σεμιναρίων ή άλλου τύπου εκδηλώσεων που αφορούν είτε κάτι αυστηρά επιστημονικό, είτε πατέντες, είτε careerdays, είτε συζητήσεις με στελέχη επιχειρήσεων. Βασικός προσανατολισμός όλων των παραπάνω είναι ένας: πώς μπορείς να κάνεις μια λαμπρή καριέρα. Έχει όμως σημασία σήμερα μια τέτοια κουβέντα; Μέσα σε ένα τοπίο κοινωνικής καταστροφής, με 8 χρόνια μνημόνια και μια βαθιά κρίση που δε φαίνεται να ξεπερνιέται με την ανεργία στο ζενίθ και τους νέους μηχανικούς να δουλεύουν επισφαλώς, με μπλοκάκι ή για 700ευρώ, πόσες είναι οι πιθανότητες «καριέρας» και τι τελικά πρέπει να κάνεις για να γίνεις «μεγάλος»; Αν κρίνουμε από τις τοποθετήσεις των στελεχών των εταιρειών αυτών μάλλον πρέπει να είσαι αδίστακτος. Να πατάς επί πτωμάτων. Να εκφράζεις όλη σου τη δημιουργικότητα στο πώς θα τσακίσεις τον διπλανό σου. Να είσαι πιστός στο αφεντικό σου γιατί σου δίνει δουλειά. Ίδια κατεύθυνση εκφράζουν και τα σεμινάρια τα οποία είναι προφανώς επί πληρωμή. Όταν η σχολή δεν καλύπτει τις ανάγκες μας, όταν το πρόγραμμα σπουδών έχει τεράστιες ελλείψεις πάνω στο γνωστικό αντικείμενο, τότε έρχονται τα σεμινάρια. Αυτό βέβαια δεν είναι μια «αθώα» τοποθέτηση, καθώς τα «επί πληρωμή» σεμινάρια έχουν πάνω τους την «υπογραφή της ΕΕ». Για να εξηγούμαστε: βασικό ζητούμενο της πολιτικής της ΕΕ για το πανεπιστήμιο αποτελεί και η ένταση των ταξικών φραγμών. Μέσα από τη συνθήκη της Bologna ορίζεται η κατεύθυνση για διάσπαση των πτυχίων σε 3+2 καθώς και η διάσπαση του γνωστικού αντικειμένου. Αυτό έχει ως στόχο τη μη συλλογική κατοχύρωση των γνώσεων και των δικαιωμάτων μας και σε αυτό ακριβώς το «κενό» έρχονται να απαντήσουν τα σεμινάρια, τα οποία προφανώς δεν είναι για όλους, αλλά αντίθετα για όσους έχουν να πληρώσουν. Ταυτόχρονα, πολύ συχνά βλέπουμε και τις εκδηλώσεις με εταιρείες του κλάδου όπως λ.χ. η TITAN. Εταιρείες που όχι απλά δραστηριοποιούνται στο χώρο, αλλά είναι και σε άμεση σύνδεση με το πανεπιστήμιο και επιδιώκουν το άμεσο κέρδος από την απλήρωτη εργασία φοιτητών στη μορφή «εθελοντισμού» ή διπλωματικής.
Όπως περιγράψαμε παραπάνω, οι ομάδες αυτές είναι πλήρως εναρμονισμένες με τις κατευθύνσεις της ΕΕ και των κυβερνήσεων για πιο άμεση και γρήγορη εμπέδωση των αλλαγών στο πανεπιστήμιο. Πολύ συχνά βλέπουμε τη διοργάνωση σεμιναρίων ή άλλου τύπου εκδηλώσεων που αφορούν είτε κάτι αυστηρά επιστημονικό, είτε πατέντες, είτε careerdays, είτε συζητήσεις με στελέχη επιχειρήσεων. Βασικός προσανατολισμός όλων των παραπάνω είναι ένας: πώς μπορείς να κάνεις μια λαμπρή καριέρα. Έχει όμως σημασία σήμερα μια τέτοια κουβέντα; Μέσα σε ένα τοπίο κοινωνικής καταστροφής, με 8 χρόνια μνημόνια και μια βαθιά κρίση που δε φαίνεται να ξεπερνιέται με την ανεργία στο ζενίθ και τους νέους μηχανικούς να δουλεύουν επισφαλώς, με μπλοκάκι ή για 700ευρώ, πόσες είναι οι πιθανότητες «καριέρας» και τι τελικά πρέπει να κάνεις για να γίνεις «μεγάλος»; Αν κρίνουμε από τις τοποθετήσεις των στελεχών των εταιρειών αυτών μάλλον πρέπει να είσαι αδίστακτος. Να πατάς επί πτωμάτων. Να εκφράζεις όλη σου τη δημιουργικότητα στο πώς θα τσακίσεις τον διπλανό σου. Να είσαι πιστός στο αφεντικό σου γιατί σου δίνει δουλειά. Ίδια κατεύθυνση εκφράζουν και τα σεμινάρια τα οποία είναι προφανώς επί πληρωμή. Όταν η σχολή δεν καλύπτει τις ανάγκες μας, όταν το πρόγραμμα σπουδών έχει τεράστιες ελλείψεις πάνω στο γνωστικό αντικείμενο, τότε έρχονται τα σεμινάρια. Αυτό βέβαια δεν είναι μια «αθώα» τοποθέτηση, καθώς τα «επί πληρωμή» σεμινάρια έχουν πάνω τους την «υπογραφή της ΕΕ». Για να εξηγούμαστε: βασικό ζητούμενο της πολιτικής της ΕΕ για το πανεπιστήμιο αποτελεί και η ένταση των ταξικών φραγμών. Μέσα από τη συνθήκη της Bologna ορίζεται η κατεύθυνση για διάσπαση των πτυχίων σε 3+2 καθώς και η διάσπαση του γνωστικού αντικειμένου. Αυτό έχει ως στόχο τη μη συλλογική κατοχύρωση των γνώσεων και των δικαιωμάτων μας και σε αυτό ακριβώς το «κενό» έρχονται να απαντήσουν τα σεμινάρια, τα οποία προφανώς δεν είναι για όλους, αλλά αντίθετα για όσους έχουν να πληρώσουν. Ταυτόχρονα, πολύ συχνά βλέπουμε και τις εκδηλώσεις με εταιρείες του κλάδου όπως λ.χ. η TITAN. Εταιρείες που όχι απλά δραστηριοποιούνται στο χώρο, αλλά είναι και σε άμεση σύνδεση με το πανεπιστήμιο και επιδιώκουν το άμεσο κέρδος από την απλήρωτη εργασία φοιτητών στη μορφή «εθελοντισμού» ή διπλωματικής.
Απέναντι στον άκρατο καριερισμό και ατομικισμό (και βασικά τις
αυταπάτες [3] ) εμείς εκτιμάμε ότι ο ρεαλισμός της συλλογικότητας και του
συλλογικού αγώνα απέναντι στο μέλλον της επισφάλειας είναι το βασικό μας
καθήκον για να μπορέσουμε να ζήσουμε με αξιοπρέπεια και να πραγματοποιήσουμε τα
όνειρά μας, που για μας δεν έχουν ένα ανταγωνιστικό πρόσημο.
Επιχειρηματικές ομάδες,
χορηγίες και εκπαιδευτική αναδιάρθρωση
Όσο περισσότερο προχωράμε στο κείμενο μας τόσο περισσότερο θα δούμε το ρόλο των επιχειρηματικών ομάδων. Ωστόσο, θεωρούμε σημαντικό να ξεκαθαρίσουμε ξανά ότι στόχος του κειμένου δεν είναι η εναντίωση στους συμφοιτητές μας που συμμετέχουν σε τέτοιες ομάδες, αλλά να αναδείξουμε τον –κάθε άλλο παρά- «ανεξάρτητο» ρόλο αυτών των ομάδων. Άλλωστε είναι δυνατόν να είναι «πολιτικά ανεξάρτητη» μια ομάδα (όποια και αν είναι αυτή) με δεκάδες εταιρείες –και μάλιστα κολοσσοί- να την τροφοδοτούν. Είναι οι ίδιοι κολοσσοί που καθορίζουν τη στρατηγική της αγοράς, που παίζουν καθοριστικό ρόλο στο πολιτικό «γίγνεσθαι» εν μέσω κρίσης καθώς μιλάμε για εταιρείες παγκόσμιου βεληνεκούς με τεράστια κέρδη και εργαζομένους! Επίσης οι ίδιες ομάδες στα πλαίσια της έλλειψης χρηματοδότησης από το πανεπιστήμιο «ντύνουν» τον εαυτό τους κατάλληλα ώστε να είναι έτοιμο προϊόν για την χρηματοδότηση μιας εταιρείας. Ακριβώς στα ίδια πλαίσια κινείται και το ίδιο το πανεπιστήμιο. Η ακραία υποχρηματοδότηση αποτελεί μια πρόφαση ώστε το ιδιωτικό κεφάλαιο να παίξει το ρόλο του τροφοδότη στις σχολές μας με προφανή ανταλλάγματα. Όλα τα παραπάνω είναι άμεσα σχετιζόμενα με την εκπαιδευτική αναδιάρθρωση και την εδραίωση του επιχειρηματικού πανεπιστημίου και ότι αυτό επιφέρει: απλήρωτη εργασία φοιτητών, εκμετάλλευση πατέντας, σεμινάρια, εξειδίκευση, σύνδεση σχολών με εταιρείες… αλήθεια βλέπουμε τις ομοιότητες;
Όσο περισσότερο προχωράμε στο κείμενο μας τόσο περισσότερο θα δούμε το ρόλο των επιχειρηματικών ομάδων. Ωστόσο, θεωρούμε σημαντικό να ξεκαθαρίσουμε ξανά ότι στόχος του κειμένου δεν είναι η εναντίωση στους συμφοιτητές μας που συμμετέχουν σε τέτοιες ομάδες, αλλά να αναδείξουμε τον –κάθε άλλο παρά- «ανεξάρτητο» ρόλο αυτών των ομάδων. Άλλωστε είναι δυνατόν να είναι «πολιτικά ανεξάρτητη» μια ομάδα (όποια και αν είναι αυτή) με δεκάδες εταιρείες –και μάλιστα κολοσσοί- να την τροφοδοτούν. Είναι οι ίδιοι κολοσσοί που καθορίζουν τη στρατηγική της αγοράς, που παίζουν καθοριστικό ρόλο στο πολιτικό «γίγνεσθαι» εν μέσω κρίσης καθώς μιλάμε για εταιρείες παγκόσμιου βεληνεκούς με τεράστια κέρδη και εργαζομένους! Επίσης οι ίδιες ομάδες στα πλαίσια της έλλειψης χρηματοδότησης από το πανεπιστήμιο «ντύνουν» τον εαυτό τους κατάλληλα ώστε να είναι έτοιμο προϊόν για την χρηματοδότηση μιας εταιρείας. Ακριβώς στα ίδια πλαίσια κινείται και το ίδιο το πανεπιστήμιο. Η ακραία υποχρηματοδότηση αποτελεί μια πρόφαση ώστε το ιδιωτικό κεφάλαιο να παίξει το ρόλο του τροφοδότη στις σχολές μας με προφανή ανταλλάγματα. Όλα τα παραπάνω είναι άμεσα σχετιζόμενα με την εκπαιδευτική αναδιάρθρωση και την εδραίωση του επιχειρηματικού πανεπιστημίου και ότι αυτό επιφέρει: απλήρωτη εργασία φοιτητών, εκμετάλλευση πατέντας, σεμινάρια, εξειδίκευση, σύνδεση σχολών με εταιρείες… αλήθεια βλέπουμε τις ομοιότητες;
Εμείς όμως μπορούμε να δούμε
τη γνώση και την ενασχόληση μας με το αντικείμενο μας υπό ένα άλλο πρίσμα που
δε θα έχει σχέση με το κεφάλαιο, το κέρδος του και τις ανάγκες του;
Σήμερα γινόμαστε μάρτυρες μιας εξαιρετικά αντιφατικής κατάστασης. Από την μία η ιστορικά καθορισμένη καιόλο και περισσότερο κοινωνικοποιημένη εργασία των ανθρώπων έρχεται να φέρει πρωτόγνωρες επιστημονικές και τεχνολογικές εξελίξεις για την ανθρωπότητα. Από την άλλη,όμως, βλέπουμε σε παγκόσμια κλίμακα την κρίση να μην φαίνεται να ξεπερνιέται, τους πολέμους να συνεχίζονται και την ανεργία να εξαπλώνεται. Τον εργάσιμο χρόνο να αυξάνεται αντί να μειώνεται, τον άνθρωπο να αλλοτριώνεται και να αποξενώνεται ακόμα περισσότερο από την εργασία του, την εργοδοτική αυθαιρεσία και και τον φόβο της απόλυσης μαζί με τα προηγούμενα να γίνονται κανονικότητα για τον καθένα. Θέση μας λοιπόν, στην προσπάθεια μας να ερμηνεύσουμε την παραπάνω πραγματικότητα, είναι ότι η γνώση, η εξέλιξη της επιστήμης και η έρευνα δεν μπορούν από μόνα τους να αλλάξουν την κοινωνία και την ζωή των ανθρώπων. Δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε ότι αυτά συνυπάρχουν και συγκρούονται με τις σχέσεις παραγωγής και διανομής των προϊόντων. Δηλαδή, η γνώση και η εξέλιξη της τεχνολογίας δεν θα μπορέσουν να φέρουν τεχνοκρατικά την κοινωνική ευημερία που υπόσχονται οι κυβερνήσεις και η ΕΕ. Όσο αυτά ιδιοποιούνται, πατεντάρονται και εν τέλει καθορίζονται από τις επιχειρήσεις, τις αστικές τάξεις και τους ανταγωνισμούς τους, οι πόλεμοι, η φτώχεια, η εκμετάλλευση, η εξαθλίωση και η περιστολή ελευθεριών της κοινωνικής πλειοψηφίας θα συνεχίζονται αμείωτα και θα κλιμακώνονται. Εν τέλει εμείς πρέπει να δούμε την γνώση, την ενασχόληση με το αντικείμενό μας και την έρευνα υπό το πρίσμα της κοινωνικής απελευθέρωσης και της εργατικής χειραφέτησης. Πρέπει να διεκδικήσουμε γνώση και έρευνα για την επίλυση των λαϊκών προβλημάτων. Για την μείωση της επιβάρυνσης στο περιβάλλον, για τη μείωση του εργάσιμου χρόνου με αύξηση των αποδοχών και την απαλλαγή από βαριές και ανθυγιεινές εργασίες.Πρέπει να αμφισβητήσουμε έμπρακτα και να συγκρουστούμε με την εμπορευματοποίηση τους και τη μη ελεύθερη διακίνησή της γνώσης. Τα αποτελέσματα της έρευνας αποτελούν κοινωνική ιδιοκτησία, δεν πατεντάρονται, δεν πωλούνται ούτε αγοράζονται. Δημοσιεύονται και δεν προστατεύονται από συμβάσεις εμπιστευτικότητας. Πρέπει να αγωνιστούμε πλάι πλάι με τους ερευνητές, τους προπτυχιακούς, τους μεταπτυχιακούς και τους διδακτορικούς που εργάζονται σε ερευνητικά έργα για τα εργασιακά τους δικαιώματα. Ενάντια στην απλήρωτη εργασία. Για συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Πρέπει εμείς, μέσα από τις συλλογικές μας διαδικασίας, να επιβάλλουμε ότι κανένας ταξικός φραγμός δεν θα εμποδίσει κανέναν μας από την ολόπλευρη πρόσβαση και εποπτεία στο γνωστικό αντικείμενο του. Η γνώση και η μόρφωση θα πρέπει να υπερβαίνουν και να ξεφεύγουν από τον στείρο “επαγγελματισμό”. Ο άνθρωπος δεν χρειάζεται τη γνώση μόνο για την επαγγελματική του αποκατάσταση. Ούτε έχει ανάγκη την εκπαίδευση μόνο και μόνο για να τον εξοπλίσει με τις “κατάλληλες” και αναλώσιμεςδεξιότητες και ικανότητες για τις ανάγκες της εκάστοτε επιχείρησης. Αντίθετα, του είναι απαραίτητη γιατί συμβάλει στη διαμόρφωση ελεύθερων, κριτικά σκεπτόμενων και ανήσυχων προσωπικοτήτων,γιατί απελευθερώνει από την άγνοια του ίδιου του ανθρώπου και του κόσμου από τις προλήψεις, από τον ανορθολογισμό και τον σύγχρονο σκοταδισμό. Επιπρόσθετα πρέπει να αμφισβητήσουμε τον υπάρχον τρόπο παροχής γνώσης, και συλλογικά να οικοδομήσουμε νέους τρόπους, νέες μορφές επαφής με τις κατακτήσεις του ανθρώπινου μυαλού, νέες δημοκρατικές διαδικασίες προσέγγισης της γνώσης και νέους δρόμους ανάπτυξης της επιστήμης και της έρευνας. Διαδικασίες όπως τα δεσμευτικά αναλυτικά προγράμματα, η αυθεντία του καθηγητή και η απλήρωτη ερευνητική εργασία για έναν καθηγητή, ο μονόλογος, ο παπαγαλισμός, η εξετασιομανία, η πειθάρχηση στην επιχειρηματικότητα, ο πειθαναγκανασμός, η ανταγωνιστικότητα, η μοναδικότητά του ενός συγγράμματος, φυλακή της βαθμολογίας και τόσες άλλες δεν μπορεί να έχουν σχέση με γνώση που αποσκοπεί στην κοινωνική ευημερία. Πρέπει να επιβάλλουμε η γνώση και η έρευνα να μην συνδέονται-υποτάσσονται στην “παραγωγική διαδικασία” και στην “οικονομία”. Δηλαδή στη λογική του κέρδους και την καπιταλιστική παραγωγή. Πρέπει η πληττόμενη πλειοψηφία στα πανεπιστήμια να είναι απέναντι στις αυθαιρεσίες εργοδοτών και εταιρειών που συμμετέχουν στα ερευνητικά έργα. Πρέπει να επιβάλλουμε ότι δεν θα υπάρξει καμία εμπλοκή του στρατού και της αστυνομίας στο πανεπιστήμιο και στην ερευνά του. Πρέπει μέσα από τις συλλογικές διαδικασίες μας να διεκδικήσουμε δραστική αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης για την πανεπιστημιακή έρευνα, μακριά από την αγοραία ανταγωνιστική λογική και τις προγραμματικές συμβάσεις. Υπό αυτό το πρίσμα βλέπουμε την γνώση, την έρευνα και την ενασχόληση με το αντικείμενο μας. Θα κλείσουμε παραθέτοντας το εξής:Ο Έγκελς στο έργο του Αντι-Ντύρινγκ έγραφε ότι όταν η κοινωνία απελευθερωθεί από τα καπιταλιστικά δεσμά τότε θα έρθει στο προσκήνιο μια νέα γενιά παραγωγών που θα αντιλαμβάνονται τις επιστημονικές βάσεις της παραγωγής όχι μόνο στον κλάδο που εργάζονται αλλά σε όλους τους κλάδους, ώστε να δημιουργηθούν νέες πρωτόγνωρες παραγωγικές δυνάμεις.
Σήμερα γινόμαστε μάρτυρες μιας εξαιρετικά αντιφατικής κατάστασης. Από την μία η ιστορικά καθορισμένη καιόλο και περισσότερο κοινωνικοποιημένη εργασία των ανθρώπων έρχεται να φέρει πρωτόγνωρες επιστημονικές και τεχνολογικές εξελίξεις για την ανθρωπότητα. Από την άλλη,όμως, βλέπουμε σε παγκόσμια κλίμακα την κρίση να μην φαίνεται να ξεπερνιέται, τους πολέμους να συνεχίζονται και την ανεργία να εξαπλώνεται. Τον εργάσιμο χρόνο να αυξάνεται αντί να μειώνεται, τον άνθρωπο να αλλοτριώνεται και να αποξενώνεται ακόμα περισσότερο από την εργασία του, την εργοδοτική αυθαιρεσία και και τον φόβο της απόλυσης μαζί με τα προηγούμενα να γίνονται κανονικότητα για τον καθένα. Θέση μας λοιπόν, στην προσπάθεια μας να ερμηνεύσουμε την παραπάνω πραγματικότητα, είναι ότι η γνώση, η εξέλιξη της επιστήμης και η έρευνα δεν μπορούν από μόνα τους να αλλάξουν την κοινωνία και την ζωή των ανθρώπων. Δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε ότι αυτά συνυπάρχουν και συγκρούονται με τις σχέσεις παραγωγής και διανομής των προϊόντων. Δηλαδή, η γνώση και η εξέλιξη της τεχνολογίας δεν θα μπορέσουν να φέρουν τεχνοκρατικά την κοινωνική ευημερία που υπόσχονται οι κυβερνήσεις και η ΕΕ. Όσο αυτά ιδιοποιούνται, πατεντάρονται και εν τέλει καθορίζονται από τις επιχειρήσεις, τις αστικές τάξεις και τους ανταγωνισμούς τους, οι πόλεμοι, η φτώχεια, η εκμετάλλευση, η εξαθλίωση και η περιστολή ελευθεριών της κοινωνικής πλειοψηφίας θα συνεχίζονται αμείωτα και θα κλιμακώνονται. Εν τέλει εμείς πρέπει να δούμε την γνώση, την ενασχόληση με το αντικείμενό μας και την έρευνα υπό το πρίσμα της κοινωνικής απελευθέρωσης και της εργατικής χειραφέτησης. Πρέπει να διεκδικήσουμε γνώση και έρευνα για την επίλυση των λαϊκών προβλημάτων. Για την μείωση της επιβάρυνσης στο περιβάλλον, για τη μείωση του εργάσιμου χρόνου με αύξηση των αποδοχών και την απαλλαγή από βαριές και ανθυγιεινές εργασίες.Πρέπει να αμφισβητήσουμε έμπρακτα και να συγκρουστούμε με την εμπορευματοποίηση τους και τη μη ελεύθερη διακίνησή της γνώσης. Τα αποτελέσματα της έρευνας αποτελούν κοινωνική ιδιοκτησία, δεν πατεντάρονται, δεν πωλούνται ούτε αγοράζονται. Δημοσιεύονται και δεν προστατεύονται από συμβάσεις εμπιστευτικότητας. Πρέπει να αγωνιστούμε πλάι πλάι με τους ερευνητές, τους προπτυχιακούς, τους μεταπτυχιακούς και τους διδακτορικούς που εργάζονται σε ερευνητικά έργα για τα εργασιακά τους δικαιώματα. Ενάντια στην απλήρωτη εργασία. Για συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Πρέπει εμείς, μέσα από τις συλλογικές μας διαδικασίας, να επιβάλλουμε ότι κανένας ταξικός φραγμός δεν θα εμποδίσει κανέναν μας από την ολόπλευρη πρόσβαση και εποπτεία στο γνωστικό αντικείμενο του. Η γνώση και η μόρφωση θα πρέπει να υπερβαίνουν και να ξεφεύγουν από τον στείρο “επαγγελματισμό”. Ο άνθρωπος δεν χρειάζεται τη γνώση μόνο για την επαγγελματική του αποκατάσταση. Ούτε έχει ανάγκη την εκπαίδευση μόνο και μόνο για να τον εξοπλίσει με τις “κατάλληλες” και αναλώσιμεςδεξιότητες και ικανότητες για τις ανάγκες της εκάστοτε επιχείρησης. Αντίθετα, του είναι απαραίτητη γιατί συμβάλει στη διαμόρφωση ελεύθερων, κριτικά σκεπτόμενων και ανήσυχων προσωπικοτήτων,γιατί απελευθερώνει από την άγνοια του ίδιου του ανθρώπου και του κόσμου από τις προλήψεις, από τον ανορθολογισμό και τον σύγχρονο σκοταδισμό. Επιπρόσθετα πρέπει να αμφισβητήσουμε τον υπάρχον τρόπο παροχής γνώσης, και συλλογικά να οικοδομήσουμε νέους τρόπους, νέες μορφές επαφής με τις κατακτήσεις του ανθρώπινου μυαλού, νέες δημοκρατικές διαδικασίες προσέγγισης της γνώσης και νέους δρόμους ανάπτυξης της επιστήμης και της έρευνας. Διαδικασίες όπως τα δεσμευτικά αναλυτικά προγράμματα, η αυθεντία του καθηγητή και η απλήρωτη ερευνητική εργασία για έναν καθηγητή, ο μονόλογος, ο παπαγαλισμός, η εξετασιομανία, η πειθάρχηση στην επιχειρηματικότητα, ο πειθαναγκανασμός, η ανταγωνιστικότητα, η μοναδικότητά του ενός συγγράμματος, φυλακή της βαθμολογίας και τόσες άλλες δεν μπορεί να έχουν σχέση με γνώση που αποσκοπεί στην κοινωνική ευημερία. Πρέπει να επιβάλλουμε η γνώση και η έρευνα να μην συνδέονται-υποτάσσονται στην “παραγωγική διαδικασία” και στην “οικονομία”. Δηλαδή στη λογική του κέρδους και την καπιταλιστική παραγωγή. Πρέπει η πληττόμενη πλειοψηφία στα πανεπιστήμια να είναι απέναντι στις αυθαιρεσίες εργοδοτών και εταιρειών που συμμετέχουν στα ερευνητικά έργα. Πρέπει να επιβάλλουμε ότι δεν θα υπάρξει καμία εμπλοκή του στρατού και της αστυνομίας στο πανεπιστήμιο και στην ερευνά του. Πρέπει μέσα από τις συλλογικές διαδικασίες μας να διεκδικήσουμε δραστική αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης για την πανεπιστημιακή έρευνα, μακριά από την αγοραία ανταγωνιστική λογική και τις προγραμματικές συμβάσεις. Υπό αυτό το πρίσμα βλέπουμε την γνώση, την έρευνα και την ενασχόληση με το αντικείμενο μας. Θα κλείσουμε παραθέτοντας το εξής:Ο Έγκελς στο έργο του Αντι-Ντύρινγκ έγραφε ότι όταν η κοινωνία απελευθερωθεί από τα καπιταλιστικά δεσμά τότε θα έρθει στο προσκήνιο μια νέα γενιά παραγωγών που θα αντιλαμβάνονται τις επιστημονικές βάσεις της παραγωγής όχι μόνο στον κλάδο που εργάζονται αλλά σε όλους τους κλάδους, ώστε να δημιουργηθούν νέες πρωτόγνωρες παραγωγικές δυνάμεις.
[1] Αυτές οι ελλείψεις οφείλονται σε πολλούς λόγους πιο
σημαντικοί είναι: η υποχρηματοδότηση, η επιλογή των κυβερνήσεων για υποβάθμιση
του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα του πανεπιστημίου, τα προγράμματα σπουδών που
είναι «κακές συνταγές» χωρίς επιστημονική συνάφεια κλπ
[2]
Ενάντια στη λογική που επιβάλλει την
αντίληψη του αντικειμένου μας ως ένα απλό προσόν για την αγορά εργασίας, εμείς
επιμένουμε στην άποψη μας ότι επιστήμονας είναι αυτός που κατέχει όσο το
δυνατόν καλύτερη εποπτεία επί του αντικειμένου του και όχι αυτός που μπορεί να
βγάλει όσο το δυνατόν περισσότερα κέρδη για το αφεντικό του.
[3]
Όπως δείχνουν όλες οι στατιστικές το
μέλλον που υπόσχονται οι ομάδες αυτές αντιστοιχεί σε ελάχιστους και –εκλεκτούς-
ανθρώπους. Οι υπόλοιποι αναμένεται ένα μέλλον «κοινού θνητού»…