Τρίτη 20 Ιανουαρίου 2015

Στις κάλπες μια μέρα, στους δρόμους μια ζωή!

[Δύο λόγια του ΑΡΑΓΕ ΕΑΑΚ για το ζήτημα των εκλογών και της ερχόμενης κυβέρνησης της «αριστεράς»]

Εν’ αναμονή εκλογών, κρίνουμε αναγκαίο ν’ αναδείξουμε κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικάτης συγκεκριμένης διαδικασίας που εμφανίζονται για πρώτη φορά σε τόσο μεγάλη ένταση.  Ίσως λοιπόν, είναι η πρώτη φορά μετά το 81’ που ο λαός με πολύ μαζικό τρόπο αναθέτει όλες μα όλες του τις ελπίδες σε μια αλλαγή μέσω εκλογών και μιας «αριστερής διακυβέρνησης».1Η παραπάνω κατάσταση ερμηνεύεται σε μεγάλο βαθμό από την έντονη κάμψη του κινήματος την τελευταία διετία. Μια κάμψη που αποτελεί και τον λόγο που για πρώτη φορά στα χρόνια της κρίσης έχουμε μια εκλογική διαδικασία που δεν προέκυψε μέσα από κινηματική πίεση. Φυσικά αυτό δεν αναιρεί την έντονη δυσαρέσκεια έως αγανάκτηση του κόσμου για την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθειτα τελευταία χρόνια. Παρ’ όλ’ αυτά, αυτή η αγανάκτηση δεν εξωτερικεύτηκε σε μια αγωνιστική κατεύθυνση, αλλά στρατεύεται σήμερα στην κυβερνητική αλλαγή και στην προοπτική μιας διαφορετικής διαχείρισης. Έτσι, κατά την άποψή μας σχηματίζεται η εξής σχέση. Η κινηματική οπισθοχώρηση οδήγησε σε «εκλογές χωρίς κινηματική πίεση», τα δύο αυτά μαζί οδηγούν σε γιγάντωση των «εκλογικών αυταπατών», οι οποίες αυταπάτες με την σειρά τους ανατροφοδοτούν την κινηματική οπισθοχώρηση.



Υπάρχει λοιπόν μια σειρά από αναπόφευκτες συγκρούσεις που αποτελούν κατά την άποψή μας αναγκαίες προϋποθέσεις ώστε να μπορέσει η κοινωνία να βαδίσει σε οποιαδήποτεφιλολαϊκή προοπτική. Κι είναι αυτές οι αναγκαίες συγκρούσεις που όλα τα κόμματα του αστικού πλέγματος αποφεύγουν μετά μανίας. Παρακάτω αναλύουμε τις δύο κυρίαρχες, από το ευρύτερο σύνολο των αναγκαίων.

Ευρωπαϊκή ένωση - ευρωζώνη

Ας αρχίσουμε με το πλέον βασικό διακύβευμα που δεν τίθεται από κανένα κόμμα του αστικού στρατοπέδου και δεν είναι άλλο από την παραμονή ή όχι της χώρας στην ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι μάλιστα στα όρια του κωμικοτραγικού, να διεξάγεται μια δριμεία αντιπαράθεση γύρω από την διαχείριση όλων των ζητημάτων και μόλις η κουβέντα οδηγείται στο ζήτημα της παραμονής της χώρας στην ΕΕ, οι μέχρι πρότινος «ολικά αντικρουόμενες» πολιτικές να οδηγούνται σε απρόσμενη ταύτιση.Χαρακτηριστική είναι και η θέση των κυρίαρχων ΜΜΕ- ως εκφραστών της κυρίαρχης ιδεολογίας - απέναντι στο ζήτημα, παρουσιάζοντας το σκεπτικό της εξόδου ως μια «σκέτη τρέλα» που ξεπερνάει ακόμα και τα όρια της δικιάς τους «διαλλακτικότητας και δημοκρατικής διάθεσης» (από αυτή που διαθέτουν αμέριστη).Δεν είναι λοιπόν καθόλου τυχαίο που το σύνολο του αστικού μπλοκ εξουσίας διαφυλάσσει το ζήτημα της «ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας» ως κόρη οφθαλμού. Κι αυτό διότιΣΕΒ, τραπεζίτες, εφοπλιστές, όλοι όσοι συναποτελούν το ντόπιο και το ξένο κεφάλαιοπαρότι μπορεί να εμφανίζουν αντιθέσεις μεταξύ τους σ’ επιμέρους ζητήματα,ταυτίζονται απόλυτα στο ότι η ΕΕ και η πολιτική της καλλιεργεί το καταλληλότερο έδαφος για τη διαχείριση της κρίσης προς όφελός τους, σε βάρος των 
κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων.

Γιατί όμως τόσο μένος με την Ευρωπαϊκή Ένωση;

Η ευρωπαϊκή ένωση αποτέλεσε από την ημέρα της ίδρυσης της ένα υπερκράτος, το οποίο διασφάλιζε την αναπαραγωγή του κεφαλαίου. Αν κάποιος θεωρεί ότι αυτός ο ισχυρισμός είναι υπερβολικός, αρκεί να ανατρέξει στις βασικές οικονομικές αρχές πάνω στις οποίες δομήθηκε (συνθήκη Μάαστριχτ)2 και κυρίως ποιες είναι οι πραγματικές επιπτώσεις των παραπάνω πολιτικών κατευθύνσεων στις ζωές μας σήμερα. Ας αρχίσουμε από τον χώρο τον οποίον βιώνουμε αυτήν την περίοδο της ζωής μας, το πανεπιστήμιο. Η συνθήκη της Μπολόνια (1998) είναι αυτή που καθόρισε την πορεία διάλυσης του δημόσιου και δωρεάν πανεπιστημίου πανευρωπαϊκά. Μέσω αυτής οριστικοποιήθηκε η κατεύθυνση εμπλοκής του ιδιωτικού τομέα στα πανεπιστήμια ανά την Ευρώπη με σκοπό την επίτευξη κέρδους σε βάρος της επιστήμης και, κυρίως, των κοινωνικών αναγκών που μπορεί να εξυπηρετήσει αυτή. Είναι η κατεύθυνση που οδήγησε στην ένταση των ταξικών φραγμών στην εκπαίδευση, δημιουργώντας πανεπιστήμια για λίγους (είτε μέσω διδάκτρων, είτε μέσω μείωσης των αναγκαίων παροχών π.χ. σίτιση, στέγαση)3Την ίδια στιγμή οι πολιτικές της Ε.Ε. είναι αυτές που επιβάλλουν τις ιδιωτικοποιήσεις ( λέγε με ξεπούλημα) σε δημόσιους οργανισμούς και υπηρεσίες στρατηγικής σημασίας για την ίδια τη διαβίωση του λαού (νερό, ρεύμα, μεταφορές) στο βωμό της κρίσης. Όσo για τον πρωτογενή τομέα παραγωγής, τη στιγμή που όλες οι μελέτες περιγράφουν την χώρα μας ως σχετικά - και εν δυνάμει απόλυτα – αυτάρκη για τις διατροφικές ανάγκες μας, αναγκάζεται λόγω της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής της Ε.Ε. να καλλιεργεί συγκεκριμένα είδη και τα υπόλοιπα να τα εισάγει. Επίσης, εν έτη 2015 με την τεχνολογία και τα μέσα παραγωγής εξελιγμένα όσο ποτέ η Ε.Ε. έχει καταφέρει να έχει αξιοθαύμαστο (!) ποσοστό ανεργίας που στη χώρα μας ξεπερνά το 60% στους νέους. Προτείνοντας ταυτόχρονα ως τρόπο αντιμετώπισης τα προγράμματα voucher επισφαλούς, χαμηλόμισθης, εντατικοποιημένης και ανασφάλιστης εργασίας. Τέλος, η Ε.Ε. που ευαγγελίζεται την «ειρηνική συνύπαρξη των λαών» (Nobel ειρήνης το 2012!)είναι αυτή που επέλεξε τον πόλεμο στην Ουκρανία, δημιουργώντας κυβέρνηση νεοναζί ώστε να διασφαλιστούν τα συμφέροντα των εκεί ολιγαρχών που ήταν προσδεμένα με την είσοδο της Ουκρανίας στην Ε.Ε!

Η παραπάνω εκτενής αναφορά αναδεικνύει ένα μικρό μόνο ποσοστό του ρόλου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ως εκφραστής των συμφερόντων του κεφαλαίου.

Τι συμβαίνει με το χρέος;                      

Το χρέος (είτε καλείται δημόσιο είτε ιδιωτικό είτε οτιδήποτε άλλο) δεν έχει να κάνει με εμάς. Κι αυτό είναι κάτι που μπορεί να αποδειχθεί με στοιχειώδεις οικονομικές αναλύσεις που ακολουθούν την πορεία του ανά τα χρόνια. Χρησιμοποιείται παραπλανητικά από τις κυβερνήσεις εδώ και χρόνια σε μια ρητορεία που προσπαθεί να πείσει ότι φταίμε κι εμείς λίγο για όσα περνάμε και ν’ αποδώσει τη διόγκωση του κρατικού χρέους στην κακοδιαχείριση, στον Έλληνα της προηγούμενης δεκαετίας που «έτρωγε με χρυσά κουτάλια» με δανεικά χρήματα και στο «υπερτροφικό δημόσιο». Αφενός, διαφωνούμε πλήρως με την διαταξική ανάλυση του «σπάταλου μέσου Έλληνα» που προσπαθεί να ενοποιήσει όλη την κοινωνία σε μια φιγούρα. Αλήθεια, οι μετανάστες στα χωράφια ή οι εργάτες στα ναυπηγεία το 95’ που εντάσσονται στην παραπάνω πολυφορεμένη ανάλυση; Έπαιρναν κι αυτοί μέρος στο «μεγάλο φαγοπότι»; Αφετέρου, όλη αυτή η κακοδιαχείριση – με την αιγίδα των κυβερνόντων ΠΑΣΟΚ και ΝΔ - δε μπορεί να συγκριθεί σε καμία περίπτωση με τους αριθμούς του σημερινού χρέους, που γεννήθηκε απο τη ρίζα της παραγωγής και είναι αποτέλεσμα της δομικής κρίσης του καπιταλισμού. Ο παραπάνω ισχυρισμός δεν έχει να κάνει με την οποιαδήποτε υποστήριξη στην παραπάνω κατάσταση, αλλά στην προάσπιση του οικονομικά αυτονόητου. Ότι 350 και πλέον δις ευρώ δημόσιου χρέους δεν δημιουργήθηκαν από το κακό υπερτροφικό δημόσιο.4 Αυτή τη στιγμή, πέρα από τη μετακύλιση της ηθικής ευθύνης της κρίσης στις πλάτες μας, το χρέος χρησιμοποιείται ως εγγυητής για τη διαιώνιση της σημερινής πολιτικής. Οποιαδήποτε, λοιπόν, αντικαπιταλιστική ανατροπή προυποθέτει μεταξύ άλλων την αγνόηση του συγκεκριμένου χρέους, δηλαδή τη μονομερή του διαγραφή.

Οι δύο παραπάνω αναγκαίες συγκρούσεις (έξοδος από ΕΕ και η διαγραφή του χρέους) δεν μπορούν φυσικά να αντιμετωπίζονται ως ανεξάρτητα μεμονωμένα μέτρα. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να έχει άλλωστε και ολέθριες συνέπειες. Μπορούν να ιδωθούν μόνο ως οι αναγκαίες αφετηρίες που θα ανοίξουν τον δρόμο για μια αναγκαία άμεση αντικαπιταλιστική ανατροπή και την οργάνωση της παραγωγής με γνώμονα τις κοινωνικές ανάγκες κι όχι το κέρδος5               

Όπως βλέπουμε, ανεξαρτήτως προθέσεων, οποιοσδήποτε και να ναι στην κυβέρνηση την 26 Γενάρη έχει δεμένα τα χέρια του, εφόσον δε συγκρουστεί με το παραπάνω ασφυκτικό πλαίσιο. Και όπως αποδείχθηκε παραπάνω, τόσο η δομική σύσταση της ΕΕ, όσο κι η πορεία της ανά τα χρόνια, δεν αφήνουν κανένα περιθώριο αμφιβολίας για πιθανή αλλαγή πορείας της. Αυτό είναι που πρέπει να αποσαφηνιστεί στη συνείδηση του κόσμου, παρά το όποιο εμπόριο ελπίδας στήνεται γύρω από το θέμα είτε από τα «δεξιά» (ΝΔ, ΠΟΤΑΜΙ, ΑΝΕΛ, ΠΑΣΟΚ κλπ.) είτε από τα «αριστερά» (ΣΥΡΙΖΑ). Όποιες και αν είναι οι επιμέρους διαφωνίες στο τρόπο διαχείρισης, οι πολιτικές τους μας οδηγούν στα ίδια αδιέξοδα. Σε αυτό λοιπόν το δίπολο που ενισχύεται ολοένα και περισσότερο, εμείς δεν πρέπει να συνεχίσουμε να μένουμε θεατές. Πρέπει ο λαός και η νεολαία να βγουν στο προσκήνιο και να καθορίσουν τις εξελίξεις από τα κάτω προς όφελος των αναγκών τους. Χωρίς καμία διάθεση επιείκειας ή μεγαθυμίας στο όνομα κάποιας θολής αναφοράς στην αριστερά. Πρέπει να διασφαλιστεί η αυτοτέλεια κι ανεξαρτησία των κινηματικών διαδικασιών, ως το μόνο όπλο που – έχει ιστορικά αποδείξει – ότι μπορεί να επιβάλλει φιλολαϊκές ανατροπές, να αποσπάσει μικρές κατακτήσεις μέχρι και να πετύχει ολόκληρες επαναστάσεις. Κι αυτή η αυτοτέλεια μπορεί να διασφαλιστεί μόνο μέσω της συσπείρωσης στις κινηματικές δομές, στις διαδικασίες βάσης, όπως οι γενικές συνελεύσεις, όπου εμείς αποφασίζουμε για εμάς. Μέσα από την οργάνωση στα σωματεία και στους συλλόγους σε σύγκρουση με την κυρίαρχη αστική πολιτική, τις γραφειοκρατικές κι εργοδοτικές δομές (βλ. ΓΣΕΕ) που επιλέγουν κάθε φόρα το δρόμο συμβιβασμού και των «ελάχιστων απαιτήσεων». Άλλωστε ο μόνος τρόπος να κερδίσουμε εμείς είναι «να χάσουν αυτοί που κατέχουν χίλιες φορές το περιττό», να αλλάξει ο συσχετισμός μεταξύ της εργατικής τάξης και της αστικής, να συγκρουστούμε με τους εξουσιαστές μας. Αυτό προϋποθέτει δυνατό ταξικό κίνημα που θα ανατρέψει την υπάρχουσα κατάσταση, θα απαιτήσει τη μονομερή διαγραφή του χρέους, την έξοδο από την Ε.Ε. και την Ευρωζώνη και θα επιχειρήσει μια συνολική αλλαγή και συνολικό έλεγχο του τρόπου παραγωγής.

Τίποτα λοιπόν δεν τελειώνει στις 25 Γενάρη. Και τίποτα δεν θα έχει επιτευχθεί στις 26. Ίσα ίσα θα λέγε κανείς. Για μας θα πρέπει να αποτελέσει εφαλτήριο για νέους, μεγαλύτερους αγώνες ενάντια σε όλη αυτή την κατάσταση. Είναι ξεκάθαρο ότι φιλολαϊκή διαχείριση της ιστορικότερης και πιο βαθιάς κρίσης του καπιταλισμού προς όφελος μας δεν υπάρχει. Υπάρχει μόνο ένα σαπισμένο, εκμεταλλευτικό σύστημα που έχει φτάσει τα αντικειμενικά του όρια κι εμποδίζει την κοινωνία να αναπτύξει τις πραγματικές της δυνατότητες.Άλλωστε μην ξεχνάμε ότι η ανάπτυξη τους θα σαρώσει ότι άφησε όρθιο η κρίση τους. Τόσο σε κοινωνικό επίπεδο, όσο κι εντός πανεπιστημίου ο μόνος τρόπος να κερδίσουμε κάτι είναι μέσα από τους αγώνες και την πάλη μας. Εκεί κρίνονται όλα. Οι εκλογές δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα στιγμιότυπο αυτής της «μάχης, στο οποίο η γενιά μας καλείται να πάρει θέση. Και εμείς οφείλουμε να γυρίσουμε και εκλογικά την πλάτηστη συμμαχία κυβέρνησης- ΕΕ κεφαλαίου, αλλά και κάθε επίδοξου διαχειριστή της κατάστασης (Βλ. ΣΥΡΙΖΑ) . Να δυναμώσουμε το ρεύμα της αντικαπιταλιστικής, επαναστατικής και κομμουνιστικής αριστεράς που εναντιώνεται έμπρακτα , μακριά από λογικές συμβιβασμού και σεχταρισμού, στην πολιτική της ΕΕ και του κεφαλαίου, στη συνεχή υποτίμηση των ζωών μας. Έτσι και αλλιώς πρέπει να γνωρίζουμε όλοι οτι η μετάβαση από την κοινωνία της βαρβαρότητας, του φασισμού και του καπιταλισμού στην κοινωνία των αναγκών μας δε θα περάσει από βουλευτικά έδρανα.

1αφού κάναμε τη σύγκριση με τις εκλογές του ’81, να ξεκαθαρίσουμε μια σημαντική διαφορά που έχει να κάνει με τη δυσπιστία του κόσμου. Η οποίαείναι σαφώς μεγαλύτερη σήμερα, όπου παρά την πλήρη εναπόθεση ελπίδας στην «κυβέρνηση της αριστεράς», υπάρχουν ήδη εκ των προτέρων σπέρματα αμφιβολίας γύρω από δύο βασικά ζητήματα. Το ένα είναι κατά πόσο παραμένει «αριστερά» ο σύριζα με τις διαδοχικές προεκλογικές μετατοπίσεις του και το δεύτερο κατά πόσον θα εφαρμόσει στην πραγματικότητα αυτό το ήδη «κουτσουρεμένο» διαχειριστικό πρόγραμμά του.


2χαρακτηριστικά αναφέρουμε τις τέσσερις ελευθερίες που εξασφάλισε η συνθήκη του Μάαστριχτ, που αποτελούν και την βάση της οικονομικής πολιτικής της ΕΕ. Ελευθερία μετακίνησης προσώπων (δυνατότητα εκμετάλλευσης του εργατικού δυναμικού από τα αφεντικά στην χαμηλότερη δυνατή τιμή), ελευθερία μετακίνησης του κεφαλαίου (δυνατότητα τοποθέτησης του κεφαλαίου του κάθε κάθε καπιταλιστή όπου βρίσκει τις ευνοϊκότερες συνθήκες για σιγουρότερη κερδοφορία), ελευθερία μετακίνησης των αγαθών (απελευθέρωση εμπορίου – δυνατότητα φτηνής παραγωγής σε ένα μέρος και πώλησης σε άλλο χωρίς επιπτώσεις) και ελευθερία των υπηρεσιών.
3Αξίζει να διαπιστώσουμε εδώ, ότι αυτή η κατεύθυνση έντασης των ταξικών φραγμών έχει ήδη «ευοδωθεί» στην υπόλοιπη Ευρώπη, ενώ έχει «καθυστερήσει» στην Ελλάδα λόγω των φοιτητικών αντιστάσεων που σημειώθηκαν την τελευταία 20ετία. Στα περισσότερα πανεπιστήμια της Ευρώπης η ιδιωτική χρηματοδότηση είναι θεσμοθετημένη, τα δίδακτρα θεωρούνται δεδομένα όπως και ο αποκλεισμός ενός πολύ μεγάλου κομματιού της νεολαίας από την τριτοβάθμια εκπαίδευση.
4Τεράστια δημόσια χρέη – και σε απόλυτα μεγέθη και σε ποσοστό επί του ΑΕΠ - έχουν όλα τα κράτη ανά τον πλανήτη. Χαρακτηριστικά η οικονομική υπερδύναμη Ιαπωνία έχει το μεγαλύτερο χρέος παγκοσμίως (240% του ΑΕΠ). Άρα, αν τα χρέη ως παγκόσμιο φαινόμενο δεν αποδίδονται στην ίδια την καπιταλιστική φύση, τότε μιλάμε για μια ακατανόητη παγκόσμια μάστιγα που ταλανίζει τον πλανήτη με ονομασία «κακοδιαχείριση».

5Μια τέτοια ανατροπή προϋποθέτει ένα σύνολο οικονομικών – και όχι μόνο – μέτρων (όπως για παράδειγμα η άμεση κοινωνικοποίηση ιδιωτικών επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας). Το ζήτημα  των αναγκαίων κατευθύνσεων της αντικαπιταλιστικής ανατροπής είναι τεράστιο και ξεπερνάει την έκταση και τη στοχοθεσία του συγκεκριμένου κειμένου.