Ρίχνοντας κανείς μια ματιά στην πολιτική συγκυρία, βρισκόμαστε ενόψει της επικείμενης συμφωνίας της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, δηλαδή ενόψει ενός νέου μνημονίου. Ας δούμε λοιπόν πως φτάσαμε ως εδώ.
Μέσα στις εξελίξεις και στις επιλογές που παίρνει η συγκυβέρνηση εν μέσω «σκληρών διαπραγματεύσεων», θα μπορούσε κανείς να εντοπίσει μια ισχυρή αντίφαση: παρά το γεγονός ότι και τα δυο κόμματα που σχημάτισαν κυβέρνηση μετά τις εκλογές της 25ης Γενάρη είχαν αντιμνημονιακό πρόσημο, παρά το γεγονός ότι και η ίδια η εντολή του ελληνικού λαού απαιτούσε να μπει τέλος στην πολιτική των μνημονίων, παρά τις ελπίδες που γεννούσαν σε πλατιά στρώματα της κοινωνίας οι προεκλογικές εξαγγελίες του ΣΥΡΙΖΑ, πέντε μήνες μετά η πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα δεν απαλλάσσεται από τη σκιά των μνημονίων. Μπορεί δηλαδή η Τρόικα (ΔΝΤ, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, Ευρωπαϊκή Επιτροπή) να μετονομάστηκε από την ίδια την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στους λεγόμενους «θεσμούς», σε μια προσπάθεια να αποχρωματιστεί από την σκληρή πολιτική λιτότητας που επιβάλει, μπορεί η κυβέρνηση μέσα από επικοινωνιακά τρικ να προσπαθεί να επιβεβαιώσει μήνες τώρα ότι μέσα από «φιλότιμες και σκληρές διαπραγματεύσεις» προασπίζεται τα συμφέροντα των εργαζόμενων στρωμάτων, ωστόσο κανένα μνημόνιο δεν «σκίστηκε», κανένα προηγούμενο μνημονιακό μέτρο δεν αμφισβητήθηκε.
Πολύ περισσότερο η προσπάθεια της συγκυβέρνησης να συνάψει νέα συμφωνία μέχρι το τέλος του μήνα, χωρίς να έχει διασφαλίσει τα συμφέροντα των εργαζομένων και της νεολαίας, σηματοδοτεί την παράταση μιας μακράς μνημονιακής περιόδου. Μια μνημονιακή περίοδος, η οποία συμπυκνώνεται στην παγίωση μιας ζοφερής πραγματικότητας για την πληττόμενη κοινωνική πλειοψηφία και ειδικότερα για τη νεολαία. Αυτή η κατάσταση δεν αποτελεί ελληνική εξαίρεση, αλλά τον κανόνα των βασικών επιλογών του κεφαλαίου σε παγκόσμιο επίπεδο (φτώχεια, ανεργία, πόλεμοι, λιτότητα κλπ) προκειμένου να ξεπεραστεί η καπιταλιστική κρίση σε βάρος του κόσμου της εργασίας. Εφόσον, λοιπόν, η πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν αμφισβητεί τα παραπάνω, αλλά αντίθετα αναγνωρίζει το χρέος, κινείται εντός του πλαισίου της ΕΕ, της Ευρωζώνης και του ΝΑΤΟ, τελικά ταυτίζεται με τα συμφέροντα του κεφαλαίου και μάλιστα με αυτό τον τρόπο ελοχεύει ο κίνδυνος να εδραιωθεί αυτή η πολιτική ως μονόδρομος για το λαό και τη νεολαία.
*Με πλημμύρισαν τυφλές ελπίδες*
Συνεπώς, τα πολλά βήματα πίσω που έκανε η συγκυβέρνηση σε σχέση με προεκλογικές δεσμεύσεις όπως οι ιδιωτικοποιήσεις, η επαναλειτουργία της ΕΡΤ, η επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ, η κατάργηση του ΕΝΦΙΑ, η επαναπρόσληψη των διαθέσιμων, η κατάργηση του νόμου Διαμαντοπούλου, αποδεικνύουν ότι τελικά η μοναδική «κόκκινη γραμμή» που μένει απαράβατη ταυτίζεται με την πρόσδεση της χώρας στην ΕΕ και τους μηχανισμούς της.
• Γι' αυτό βλέπουμε να δεσμεύονται τα αποθεματικά των ταμείων του δημοσίου και των πανεπιστημίων για την αποπληρωμή του χρέους με πράξη νομοθετικού περιεχομένου.
• Γι' αυτό γινόμαστε θεατές των ατυχημάτων-δολοφονιών των εργατών στα Ελληνικά Πετρέλαια, με συνενοχή της κυβέρνησης, δεδομένου ότι το Υπουργείο Εργασίας είναι κομμάτι της διοίκησης των ΕΛΠΕ και φέρει μεγάλη ευθύνη τόσο για τις συνθήκες εργασίας των εργαζομένων, οι οποίες συντηρούν ένα καθεστώς εκμετάλλευσης και ανασφάλειας, όσο και για τα εργατικά «ατυχήματα» που καταλήγουν σε στυγνές δολοφονίες.
• Γι' αυτό δεν αλλάζει η εργασιακή προοπτική που διαγράφεται για το λαό και τη νεολαία, η οποία περιλαμβάνει τη μονιμοποίηση της ελαστικής και ανασφάλιστης εργασίας, τη μετανάστευση, τη μετατροπή των εργαζομένων σε “ωφελούμενων” με τα 5μηνα προγράμματα κοινοφελούς εργασίας και τα voucher, εδραιώνοντας μια κατάσταση διευρυμένης ανεργίας που σημαίνει 5 μήνες “δουλειάς” και ατέλειωτους μήνες ανεργίας.
• Γι' αυτό, εν τέλει, ούτε το σκηνικό της εκπαίδευσης αλλάζει με το νεο πολυνομοσχέδιο, καθώς ο πυρήνας της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης παραμένει ανέπαφος.
Αν τελικά η συγκυρία μεθοδεύεται να στιγματιστεί από την υπογραφή ενός νέου μνημονίου, μιας συμφωνίας που διατηρεί τον ΕΝΦΙΑ, αυξάνει τη φορολόγηση σε βασικά είδη, συγχωνεύει τα ασφαλιστικά ταμεία, παρατείνει τα όρια συνταξιοδότησης και εγγυάται τελικά τον εγκλωβισμό των εργαζόμενων στρωμάτων και της νεολαίας στο μνημονιακό πλαίσιο, μένει να αναρωτηθούμε ποιος είναι ο ρόλος μας ως νεολαία σήμερα.
Ενόψει, λοιπόν, αυτής της νέας συμφωνίας πρέπει να πάρουμε την κατάσταση στα χέρια μας, να αντιταχθούμε στην πολιτική που μας επιβάλλουν και να επιβάλουμε εμείς τις δικές μας ανάγκες. Να γυρίσουμε, συνεπώς, στις γενικές μας συνελεύσεις, και ως νεολάια να βρεθούμε πλάι στο εργατικό κίνημα και να βγούμε ξανά στο πεδίο του δρόμου κόντρα στην λογική που προβάλει ο κρατικός συνδικαλισμός (π.χ ΓΣΕΕ). Απέναντι στη λογική του «μη χείρον βέλτιστον» και τον ασφυκτικό κλοιό που θέλουν να δημιουργήσουν με τη ρητορία του μονοδρομου, να συγκροτήσουμε το αντίπαλο δέος και στο δίπολο της “ρήξης ή της υποταγής” να επιλέξουμε το πρώτο. Να διεκδικήσουμε την κατάργηση όλων των μνημονιακών νόμων, καμιά ιδιωτικοποίηση, μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλους, ανατροπή του νόμου Διαμαντοπούλου-Αρβανιτόπουλου, δημόσια και δωρεάν εκπαίδευση για όλους.
Για όλα αυτά, τελικά, παλεύει η αριστερά που ιστορικά δεν συμβιβάστηκε, που δεν έλειψε ποτέ από το πλευρό του λαϊκού κινήματος, που δεν προσυπέγραψε ποτέ «καταδικαστικές» για το λαό συμφωνίες, που δεν ανέθεσε σε καμιά κυβέρνηση την εκπλήρωση του ιστορικού της ρόλου.
Αντίστοιχα, για εμάς, η νεολαία, που αποτελούσε ζωτικό κομμάτι των αγώνων που έδωσε το λαϊκό κίνημα, υπό το βάρος της ιστορικής ευθύνης που φέρει, εγκαλείται κάθε φορά που μπρος τα μάτια της συνάπτονται «έντιμες» συμφωνίες, αυτή να βλέπει πίσω απ’ αυτές τους ανέντιμους συμβιβασμούς και να προχωρά σε θαρραλέες μάχες. Όσα βήματα πίσω, λοιπόν κι αν κάνει η νέα κυβέρνηση το επόμενο διάστημα, οφείλουμε να βρεθούμε ξανά στο πεδίο του δρόμου και να χαράξουμε συλλογικά αντίθετη τροχιά.
ΟΥΤΕ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ ΟΥΤΕ ΥΠΟΤΑΓΗ
ΑΓΩΝΕΣ, ΡΗΞΗ, ΑΝΑΤΡΟΠΗ!
ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΚΑΙ ΠΟΡΕΙΑ | 11 ΙΟΥΝΗ | 19.00 | ΚΑΜΑΡΑ
ΕΑΑΚ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ