Κάποιες σκέψεις για τον διάλογο που στήνει η κυβέρνηση, τους
βασικούς άξονες της πολιτικής της κυβέρνησης για την παιδεία και ποια πρέπει να
είναι η απάντηση μας ως φοιτητές…
Το τελευταίο
διάστημα έχει ανοίξει από πλευράς κυβέρνησης τα ζήτημα του «εθνικού διαλόγου
για την παιδεία». Η κυβέρνηση σε συνεργασία με τις πρυτανείες, με
μεγαλοκαθηγητές, τοπικές αρχές, managers και διαφόρων άλλων ειδών
χαρτογιακάδες επιδιώκει να ανοίξει το ζήτημα του νέου νόμου για την παιδεία.
Έτσι δημιουργεί τις λεγόμενες «επιτροπές διαλόγου» οι οποίες θα επιχειρήσουν να
τραβήξουν αυτό το ζήτημα μπροστά. Όπως θα δούμε παρακάτω, αυτός ο διάλογος δεν
είναι παρά ένα «τέχνασμα» της κυβέρνησης. Μέσω αυτού επιδιώκει μια πλαστή
κοινωνική συναίνεση στο νέο νόμο διάλυσης των πανεπιστημίων που ετοιμάζουν σε άμεση συνεργασία με την ΕΕ.
Γιατί οι φοιτητές
δεν πρέπει να συμμετέχουμε σε αυτό το «διάλογο»;
Όλοι οι διάλογοι για
την εκπαίδευση μέχρι τώρα προβάλλουν το «εθνικό» διαχέοντας την ψευδαίσθηση ότι
σε μια κοινωνία που σπαράσσεται από κοινωνικές ανισότητες και συγκρούσεις
μπορεί να υπάρχει «ενιαίο συμφέρον». Υπηρετήθηκε αλήθεια το κοινό συμφέρον από
τις πολιτικές που ακολουθήθηκαν μετά από τόσους «εθνικούς διαλόγους» στις
προηγούμενες δεκαετίες ή η αποδόμηση της δημόσιας εκπαίδευσης; Λήφθηκαν υπόψη
οι θέσεις και διαμορφώθηκαν πολιτικές με βάση τις θέσεις και τα αιτήματα της
εκπαιδευτικής κοινότητας και των κοινωνικών φορέων ή εφαρμόστηκαν οι πολιτικές
της ΕΕ, όπως αποτυπώνονταν στα προγράμματα των κομμάτων εξουσίας; Η ιστορική πραγματικότητα
δείχνει ότι τέσσερις φορές από το 1986 μέχρι σήμερα τα αποτελέσματα των
«εθνικών διαλόγων» πετάχτηκαν στον σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας. Έχει, επίσης,
σημασία να τονιστεί ότι η οργάνωση και η διαδικασία του διαλόγου έχει
συγκεντρωτικά χαρακτηριστικά και είναι απολύτως ελεγχόμενη από τα κυβερνώντα
κόμματα. Τα πρόσωπα, η οργάνωση, η «ατζέντα» δεν καθορίζονται από τους
κοινωνικούς φορείς και την εκπαιδευτική κοινότητα, αλλά «από τα πάνω» με βάση
τους στόχους της κυβερνητικής πολιτικής, όπως ευθυγραμμίζεται με τις
κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ και την εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ. Η ίδια η ιστορία λοιπόν «ξεμπροστιάζει» το
ρόλο των εθνικών διαλόγων και αποδεικνύει ότι κανένας τέτοιου τύπου διάλογος δε
μπορεί να φέρει κάτι καλό για το πανεπιστήμιο, τις σπουδές και τις ανάγκες μας.
Τι περιέχει ο νέος
νόμος και γιατί είναι κόκκινο πανί για τους φοιτητές;
Η κυβέρνηση, καθώς και οι κυβερνητικοί
εκπρόσωποι στις σχολές (Βλ. Bloco) προσπαθούν να μας πείσουν
ότι ο νέος νόμος θα φέρει αλλαγές προς όφελος των φοιτητών και των εργαζομένων
μέσα σε αυτό και ότι θα ενισχυθεί ο «δημόσιος και δωρεάν χαρακτήρας» του
πανεπιστημίου. Πόσο παπατζιλίκι μπορεί να χωρέσει άραγε σε μία πρόταση; Ποια είναι η θέση της κυβέρνησης για τις
εταιρείες στις σχολές; Τι λέει ο νόμος για τα προγράμματα σπουδών; Τι στάση
κρατά η κυβέρνηση για την υποχρηματοδότηση; Όσο και αν θέλουν να μας πείσουν, όλα τα ψέματα τους πέφτουν στο κενό.
Δεν έχουμε καμιά εμπιστοσύνη άλλωστε σε καμία κυβέρνηση, πόσο μάλλον όσο αυτές
συνεχίζουν η μία μετά την άλλη να ψηφίζουν μνημόνια, αντιλαϊκά μέτρα εντός και
εκτός πανεπιστημίου. Αναλυτικά, ο νέος νόμος που ετοιμάζει η κυβέρνηση είναι
ευθυγραμμισμένος με τις πολιτικές της ΕΕ, της Bologna και του Ενιαίου Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης. Αυτό σημαίνει ότι η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί ρητά με
το 3ο μνημόνιο να καταθέσει συνολικό νομο-πλαίσιο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση
μέχρι τον Απρίλιο του 2016. Οι δεσμεύσεις της κυβέρνησης αναφέρουν ρητά την
ένταση της σύνδεσης των σχολών με την αγορά σε επίπεδο έρευνας, προγράμματος
σπουδών και επαγγελματικής αποκατάστασης. Αυτό αποτυπώνεται :
• Στη συζήτηση για ένταση των
ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων που μέσα περιέχει δίδακτρα σε προπτυχιακό
και μεταπτυχιακό, κατάργηση της δωρεάν μέριμνας και πολλά άλλα. Αυτό
διαφαίνεται εύκολα και από τα αποτελέσματα των εξωτερικών αξιολογήσεων, αλλά
και με μια απλή εμπειρική ματιά στο τι γίνεται στη λέσχη, στις εστίες κλπ.
• Στα σχέδια για νέο, εθνικό φορέα έρευνας
που θα συγκεντρώσει τους πόρους από ΕΣΠΑ, ότι έχει μείνει από δημόσια
χρηματοδότηση και θα κατευθυνθεί προς τις επιχειρήσεις για νέα προγράμματα.
• Στη συζήτηση για νέο σχέδιο Αθηνά που
προωθείται μέσα από συναντήσεις του υπουργείου με τους προέδρους των ΤΕΙ κάτι
που ανοίγει εκ νέου τις προσπάθειες τους για κλείσιμο και συγχωνεύσεις σχολών.
• Στην πρόταση για δίδακτρα σε όσους
φοιτητές δεν καταφέρνουν να περάσουν στη σχολή προτίμησης τους μέσω εξετάσεων.
• Στη συζήτηση για διάσπαση των
πτυχίων που διατηρούν επαγγελματικά δικαιώματα και για αλλαγή
των προγραμμάτων σπουδών.
Ουσιαστικά, προετοιμάζεται το έδαφος
για μια αποφασιστική τομή προς ένα μοντέλο μικρών και ευέλικτων ιδρυμάτων,
πλήρως εξαρτημένων από το κεφάλαιο για βασικές πλευρές της λειτουργίας τους με
συμπληρωματική ενίσχυση από την όξυνση των ταξικών φραγμών. Σε αυτό το μοντέλο,
τα ΤΕΙ, οι ανθρωπιστικές επιστήμες και οι μη κερδοφόρες λειτουργίες των
ιδρυμάτων κρίνονται "περιττά" και η έρευνα δρα σαν το τυράκι της
συνολικής επιχειρηματικοποίησης αλλά και σαν οξυγόνο για την ασφυκτικά
περιορισμένη χρηματοδότηση.
Ποια πρέπει να είναι η στάση μας;
Σε αντίθεση με τις προτροπές
της κυβέρνησης για συμμετοχή σε αυτόν τον πλαστό διάλογο, εμείς πιστεύουμε ότι
ο εκπαιδευτικός κόσμος δεν πρέπει να μπει στην λογική της συνδιαλλαγής.
Θεωρούμε ότι καμία κυβέρνηση δεν είναι σε θέση να ικανοποιήσει τις πραγματικές
μας ανάγκες παρά μόνο τις ανάγκες του κεφαλαίου. Αντίθετα, πρέπει να γίνει κτήμα του κάθε φοιτητή, ότι το όφελος του
πληττόμενου κομματιού του εκπαιδευτικού κόσμου, επιβάλλεται μόνο μέσα από τους
συλλογικούς αγώνες «από τα κάτω». Δηλαδή, με κυρίαρχο όργανο λήψης
αποφάσεων τις γενικές μας συνελεύσεις,
μέσο εξειδίκευσής τους τις ανοιχτές
συντονιστικές επιτροπές των συλλόγων και δομή συντονισμού τα ανοιχτά
συντονιστικά γενικών συνελεύσεων. Άρα εμείς ως φοιτητές οφείλουμε να αγωνιστούμε
και να παλέψουμε με γνώμονα τις ανάγκες μας και στόχο την επιβολή αυτών. Φοιτητές,
μαθητές, εκπαιδευτικοί να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν υπάρχει νομιμοποίηση για τη
διεξαγωγή κανενός πλαστού διαλόγου, πόσο μάλλον για τον αντιδημοκρατικό
σφετερισμό της κοινωνικής συναίνεσης σε αντιεκπαιδευτικές πολιτικές.
Για το τέλος, πρέπει να
έχουμε κατά νου ότι εμείς δεν πρέπει να είμαστε ευχαριστημένοι ούτε με το παρόν
εκπαιδευτικό σύστημα, ούτε με αυτό που μας ετοιμάζουν. Θεωρούμε ότι το
επιχειρηματικό πανεπιστήμιο που μας ετοιμάζουν δεν είναι μονόδρομος. Κόντρα σε
όσους αναπαράγουν τη λογική του μονόδρομου, εμείς απαντάμε με συλλογικούς
αγώνες που ναι μεν στοχεύουν στην επιβολή των αναγκών μας, αλλά δεν μένουν
εκεί. Ο αγώνας για το αναφαίρετο δικαίωμα μας στην παιδεία και την εργασία
είναι ο μόνος που μπορεί να μας οδηγήσει νικητές στις μάχες που έρχονται. Όσο αυτοί ετοιμάζουν «πλαστούς
διαλόγους», εμείς να ανοίξουμε το διάλογο μεταξύ φοιτητών και εργαζομένων για
το πώς θα ανατρέψουμε αυτές τις πολιτικές και πώς θα κερδίσουμε ένα
πανεπιστήμιο βασισμένο στις ανάγκες της πληττόμενης πλειοψηφίας. Ένα
πανεπιστήμιο προσβάσιμο για όλους, χωρίς ταξικούς φραγμούς, με γνώση και έρευνα
βασισμένη στις κοινωνικές ανάγκες.